Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

τὴν δύναμιν ἐκ τῆς κακοπαϑείας

См. также в других словарях:

  • προσαναλαμβάνω — Α [ἀναλαμβάνω] 1. (το ενεργ και το μέσ.) παίρνω ή δέχομαι κάτι επί πλέον 2. μεταχειρίζομαι κάτι επιπροσθέτως 3. ανακτώ τις δυνάμεις μου μετά από ανάπαυση («ἀριστοποιησάμενος καὶ προσαναλαβὼν τὴν δύναμιν ἐκ τῆς κακοπαθείας», Πολ.) 4. (αμτβ.)… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»